IOBE: Υψηλή ύφεση στην Ελλάδα το 2020. Δυνατότητες σημαντικής ανάκαμψης το επόμενο έτος, ανάλογα με τις επιδημιολογικές συνθήκες

Μοιραστειτε το

Η υγειονομική κρίση λόγω του COVID-19, οι εξελίξεις που έχει προκαλέσει (μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας, στήριξης των επιχειρήσεων και των πολιτών) και όσες θα προέλθουν από αυτή, θα αποτελέσουν τους καθοριστικούς παράγοντες των οικονομικών εξελίξεων στο υπόλοιπο χρονικό διάστημα του 2020 και κατά πάσα πιθανότητα το 2021, εγχωρίως και διεθνώς. Την τρέχουσα περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη το δεύτερο στάδιο κλιμάκωσης της υγειονομικής κρίσης, σε χώρες της ΕΕ και στην Ελλάδα. Το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για τη δυναμική της πανδημίας το φθινόπωρο, επομένως και για τις επιδράσεις της στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Οι ισχυρές επιπτώσεις της πρώτης φάσης πανδημίας παγκοσμίως σε οικονομικό επίπεδο αποτυπώθηκαν στην τάση του ΑΕΠ κατά το δεύτερο τρίμηνο, με την πτώση του στις μεγαλύτερες οικονομίες και οικονομικές ζώνες να φτάνει σε διψήφιο ποσοστό ή κοντά σε αυτό: χώρες ΟΟΣΑ -11,7%, ΕΕ -13,9%, ΗΠΑ -9,0%. Όμως, αρχικά η εξασθένισή της στο τρίτο τρίμηνο, καθώς και οι παρεμβάσεις πολιτικής, έχουν βελτιώσει σημαντικά τις προσδοκίες. Από την άλλη πλευρά, σημειώνεται από τον Σεπτέμβριο νέα φάση έξαρσης του κορωνοϊού σε πολλές χώρες της Ευρώπης (Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Πορτογαλία, Ολλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Πολωνία, Ρουμανία, Τσεχία κ.ά.), στην πλειονότητα εξ’ αυτών με περισσότερα κρούσματα ημερησίως από ότι στην πρώτη φάση εξάπλωσής του. Ήπια έξαρση σημειώνεται στις ΗΠΑ. Εγχωρίως, η εξάπλωση της πανδημίας παραμένει περιορισμένη, σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ευρωζώνης με τον ίδιο ήπαραπλήσιο πληθυσμό (π.χ. Βέλγιο, Πορτογαλία). Το επερχόμενο φθινόπωρο ενισχύει τις πιθανότητες διατήρησης και κλιμάκωσης αυτών των τάσεων. Εφόσον δεν εξασθενήσoυν, θεωρείται πλέον πιθανό ότι θα επανέλθουν εκτεταμένα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας, τοπικής εμβέλειας, ενδεχομένως και σε επίπεδο χωρών. Ακολούθως, θα υλοποιηθούν νέες πρωτοβουλίες για τη στήριξη των οικονομιών και των κοινωνιών, από τις εθνικές κυβερνήσεις, αλλά και πολυεθνικούς φορείς (ΕΕ, ΔΝΤ, ΟΗΕ, Παγκόσμια Τράπεζα). Αυτή η τροπή της υγειονομικής κρίσης εγχωρίως οδήγησε στη λήψη νέων μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας. Η κύρια διαφορά τους με εκείνα κατά την πρώτη φάση είναι ότι επιβάλλονται σε περιφερειακό επίπεδο, σε δήμους κ.λπ., δηλαδή δεν έχουν καθολικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα βρίσκονται σε εξέλιξη ή παρατάθηκαν παρεμβάσεις υποστήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Σε αυτές προστέθηκαν ορισμένες καινούργιες (πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ, για την επιχορήγηση δόσεων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων ιδιωτών, πρόγραμμα κάλυψης του 100% των ασφαλιστικών εισφορών επί έξι μήνες για 100 χιλ. νέες θέσεις απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα). Ενώ αυτές οι παρεμβάσεις μετριάζουν τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, έχουν ισχυρό, αρνητικό αντίκτυπο στο δημοσιονομικό ισοζύγιο. Οι επιδράσεις της πανδημίας του νέου κορωνοϊού εκτείνονται και σε άλλες σημαντικές μεταβλητές για την οικονομική δραστηριότητα παγκοσμίως, όπως η τιμή του πετρελαίου, η οποία υπέστη έντονες πιέσεις κατά το πρώτο δίμηνο της υγειονομικής κρίσης και έκτοτε έχει ανακάμψει μερικώς. Έτσι, το ενεργειακό κόστος κυμαίνεται σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα από ότι πριν ένα χρόνο και στην αρχή του 2020. Από την πρώτη έκθεση του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία μετά την εκδήλωση της πανδημίας του COVID-19, οι δύο παράγοντες οι οποίοι σχετίζονται με αυτήν και θεωρούνταν ως οι πλέον καθοριστικοί των επιδράσεών της στα μακροοικονομικά μεγέθη ήταν η διάρκειά της, εγχωρίως και διεθνώς, καθώς και η ένταση των μέτρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεών της. Ειδικά για τις μακροοικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα έχουν μεγάλη σημασία η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη και οι οικονομικές επιπτώσεις της, όπως και οι παρεμβάσεις πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπισή τους. Αυτές οι παράμετροι εξακολουθούν να θεωρούνται ως οι πλέον σημαντικές για τις οικονομικές εξελίξεις στο τρέχον εξάμηνο φέτος και τουλάχιστον κατά το πρώτο εξάμηνο του 2021. Η εν εξελίξει δεύτερη, ενδεχομένως δριμύτερη φάση της υγειονομικής κρίσης, αλλά και η παραμένουσα αβεβαιότητα σχετικά με τα επιστημονικά μέσα για την καταπολέμησή της (εμβόλιο, φάρμακα), δυσχεραίνουν την πρόβλεψη της εξέλιξής τους. Για αυτόν το λόγο, με εναλλακτικές υποθέσεις για αυτές, θα πραγματοποιηθούν αντίστοιχες προβλέψεις για τις μακροοικονομικές μεταβλητές. Συγκεκριμένα, οι υποθέσεις του βασικού σεναρίου πρόβλεψης είναι οι εξής: στο υπόλοιπο χρονικό διάστημα του 2020 και το 2021, οι υγειονομικές συνθήκες εγχωρίως θα κυμαίνονται γύρω από τα τρέχοντα επίπεδα. H υγειονομική κρίση δεν θα ανακάμψει ισχυρά σε ένα μεγάλο τμήμα της χώρας και δεν θα απαιτηθούν ουσιαστικά περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα από όσα ήδη έχουν ληφθεί/προγραμματιστεί. Ακολούθως, δεν θα επανέλθουν εσωτερικά μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας, με εμβέλεια στο σύνολο της επικράτειας, που θα αφορούν σε αναστολή λειτουργίας κλάδων και σε περιορισμούς στην κίνηση των πολιτών. Ενδεχόμενη εξαίρεση θα αποτελέσουν όποιες περιοχές παρουσιάσουν ισχυρή έξαρση κρουσμάτων. Επιπλέον, υπoτίθεται πως δεν θα κλιμακωθεί σημαντικά περαιτέρω η υγειονομική κρίση στην ΕΕ και διεθνώς. Το εναλλακτικό σενάριο πρόβλεψης περιλαμβάνει την έντονη επιδείνωση της υγειονομικής κρίσης σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα, στη διάρκεια του χειμώνα, που επηρεάζει τις προβλέψεις για το 2021. Αυτή η εξέλιξη θα οδηγήσει στη λήψη εκτεταμένων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας, με ισχυρές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα. Σε μια τέτοια περίπτωση αναμένεται η υλοποίηση πρόσθετων δράσεων στήριξης, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Πάρα ταύτα, θα υπάρξουν ισχυρές επιπτώσεις στην εγχώρια ζήτηση, στις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων και στις ξένες άμεσες επενδύσεις, ενώ θα επηρεαστούν αρνητικά και οι διεθνείς ταξιδιωτικές μετακινήσεις στην Ελλάδα. Αναλυτικά, ως προς τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με την πανδημία εγχωρίως, ως αντίδραση στην ανάκαμψή της από τα τέλη Ιουλίου, η κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη νέων μέτρων για την προστασίατης δημόσιας υγείας. Ειδικά σε ότι αφορά τα μέτρα για τις διεθνείς επιβατικές μετακινήσεις στην Ελλάδα, η σημασία των οποίων είναι υψηλή εξαιτίας του σημαντικού ρόλου του τουρισμού στο ΑΕΠ, συνεχίζεται η απαγόρευση εισόδου αεροπορικώς στην χώρα μη ευρωπαίων πολιτών. Από αυτήν εξαιρούνται οι πολίτες και οι μόνιμοι κάτοικοι 11 χωρών. Πλοία συνεχίζουν να δέχονται τα λιμάνια Πάτρας και Ηγουμενίτσας, ενώ οι κρουαζιέρες επιτράπηκαν από την 1η Αυγούστου, όμως η πρώτη πραγματοποιήθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου. Επομένως, παραμένουν σημαντικοί περιορισμοί στις διεθνείς αφίξεις, που συνεπάγονται τη μη πραγματοποίηση τουριστικών εισπράξεων από χώρες με σημαντική συμβολή σε αυτές στα προηγούμενα έτη μέχρι το τέλος του έτους (π.χ. ΗΠΑ, Ρωσία, Τουρκία). Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, οι διεθνείς αφίξεις στα αεροδρόμια της χώρας υποχώρησαν έντονα και στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου, κατά 72,5% στον πρώτο μήνα και κατά 66,2% στον επόμενο, ηπιότερα ωστόσο από ότι στο δεύτερο τρίμηνο, στη μεγαλύτερη διάρκεια του οποίου εφαρμοζόταν αναστολή πτήσεων (-98,8%). Τα ληφθέντα και προγραμματισμένα δημοσιονομικά μέτρα για τα νοικοκυριά επιδρούν ανασχετικά στην εξασθένιση της καταναλωτικής ζήτησης και ακολούθως στη μείωση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και της απασχόλησής τους. Μεγάλο μέρος της ρευστότητας που χρειάζονται οι επιχειρήσεις προκειμένου να συντηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους και να ανταποκριθούν στις τρέχουσες υποχρεώσεις τους (στο δημόσιο τομέα, τις τράπεζες, τους προμηθευτές τους), παρέχεται από τα έκτακτα χρηματοδοτικά εργαλεία. Από την άλλη πλευρά, η παραμένουσα υψηλή αβεβαιότητα ως προς την εξέλιξη του νέου κορωνοϊού, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμη ορατότητα για το χρόνο λήξης της πανδημίας του COVID-19, θα επιδρούν έντονα ανασχετικά στην ανάληψη επενδυτικού ρίσκου.

Πηγή
Author:

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Σχετικα Αρθρα