Τέσσερα κρίσιμα ζητήματα για τον Μπάιντεν και την Ευρώπη

Μοιραστειτε το

ID 126609383 © Fotoaccount | Dreamstime.com

Οι σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών αναμένεται να βελτιωθούν σημαντικά τώρα που ο Τζο Μπάιντεν ανέλαβε τα καθήκοντά του. Αποχαιρετούμε το «Πρώτα η Αμερική» του Ντόναλντ Τραμπ και τη ζημιά που έκανε στα συμφέροντα και το διεθνές κύρος του έθνους. Καλωσορίζουμε και πάλι ένα είδος πολιτικής ηγεσίας των ΗΠΑ που βασίζεται στον σεβασμό και τη συνεργασία με δημοκρατικούς συμμάχους. Η εκλογική νίκη του Μπάιντεν και η διόρθωση της πορείας που έχει ήδη ξεκινήσει να εφαρμόζει, αναμένεται να αποκαταστήσουν την υπόληψη της Αμερικής στο εξωτερικό και τη διατλαντική αλληλεγγύη.

Παρ’ όλα αυτά, καμία από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού δεν μπορεί να επαναπαυθεί μπρος στις προκλήσεις που έρχονται. Ναι, όλοι πρέπει να απολαύσουμε τη στιγμή· έχει τεράστια ιστορική σημασία ότι στο Οβάλ Γραφείο βρίσκεται ξανά ένας άνθρωπος με αξιοπρέπεια και ακεραιότητα που θα συμμορφώνεται με τους κανόνες της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αλλά θα χρειαστεί χρόνος αλλά και αποδείξεις ότι οι ΗΠΑ επέστρεψαν στα λογικά τους, ούτως ώστε οι Ευρωπαίοι να επανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους στις ΗΠΑ, στον σύμμαχό τους. Μια πρόσφατη έρευνα αποκάλυψε ότι πάνω από πενήντα τοις εκατό των Ευρωπαίων πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν δε θα είναι σε θέση να περιορίσει τον πολιτικό διχασμό της Αμερικής και να ενεργήσει ως αξιόπιστος εταίρος.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους πρέπει να προχωρήσουν στην επούλωση της σχέσης τους ξεκινώντας αμέσως έναν διαρκή διάλογο σχετικά με τέσσερα κρίσιμα ζητήματα. Πρώτον, Αμερική και Ευρώπη πρέπει να αποφασίσουν μαζί ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να προωθήσουν την πολιτική και οικονομική ανανέωση στο εσωτερικό τους. Παρά τη νίκη του Μπάιντεν έναντι του Τραμπ, ο λαϊκισμός, ο εθνικισμός και η ανελευθερία ζουν και βασιλεύουν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Η άλωση του Κογκρέσου των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου το κατέστησε πολύ σαφές. Η Ευρώπη είναι κι αυτή αντιμέτωπη με τα δικά της ανησυχητικά σημάδια, συμπεριλαμβανομένου του Brexit, την εν εξελίξει πολιτική αστάθεια στην Ιταλία και την ισχύ των ανελεύθερων κυβερνήσεων στην Ουγγαρία και την Πολωνία. Το γεγονός ότι σύντομα η Άνγκελα Μέρκελ αποχωρεί, εντείνει την αβεβαιότητα.

Κατά συνέπεια, τα εσωτερικά επείγοντα ζητήματα πρέπει και τελικά θα υπερισχύσουν της διεθνούς ατζέντας. Εάν η προεδρία του Μπάιντεν θέλει να είναι κάτι περισσότερο από μια απλή ανάπαυλα στην οργισμένη πολιτική του Τραμπ των παραπόνων, τότε αυτός θα πρέπει να διαχειριστεί τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν πολλοί εργαζόμενοι Αμερικανοί – με την οικονομική ανασφάλεια να είναι η πιο σημαντική ανάμεσα τους. Αυτό θα απαιτήσει φιλόδοξες και δαπανηρές εγχώριες πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην εξάλειψη της πανδημίας, στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου.

Οι Ευρωπαίοι πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για μια εσωστρεφή Αμερική. Αλλά αυτό ακριβώς πρέπει να συμβεί εάν ο Μπάιντεν θέλει η Αμερική να βάλει σε τάξη της τα του οίκου της και να μετριάσει τους πικρούς πολιτικούς διχασμούς του έθνους. Εν τω μεταξύ, το ίδιο πρέπει να κάνει η Ευρώπη – να φροντίσει τα του οίκου της.
Αυτή η κοινή ατζέντα παρέχει τη βάση για μια διατλαντική συζήτηση σχετικά με τους επόμενους στόχους. Αντιμετώπιση της πανδημίας, χαρτογράφηση του μέλλοντος της εργασίας στην ψηφιακή εποχή, επενδύσεις σε πράσινη τεχνολογία και υποδομές, καταπολέμηση της ανισότητας και του ρατσισμού, διευθέτηση της πιθανής θέσπισης κανόνων στις παγκόσμιων εταιρειών τεχνολογίας και διαδικτύου – αυτά τα θέματα πρέπει να βρίσκονται στην κορυφή της ατζέντας. Η προώθηση της εσωτερικής ανανέωσης μπορεί και πρέπει να αποτελέσει κοινή προσπάθεια των δημοκρατιών του Ατλαντικού.

Δεύτερον, η κυβέρνηση του Μπάιντεν και οι Ευρωπαίοι εταίροι της θα πρέπει αμέσως να ξεκινήσουν μια προσπάθεια να δημιουργήσουν ένα ενιαίο μέτωπο απέναντι στην Κίνα. Η διαχείριση της Κίνας ενδέχεται να είναι το πιο διχαστικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η διατλαντική κοινότητα.

Ασφαλώς, η αυταρχικότητα της Κίνας και η διπλωματία εξαναγκασμού που χρησιμοποιεί, αποτελούν καλό λόγο για τις δημοκρατίες του κόσμου να ενωθούν εναντίον της. Ωστόσο, το αυξανόμενο γεωπολιτικό και οικονομικό της μέγεθος δελεάζουν και πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων δημοκρατιών, να στραφούν προς το Πεκίνο, ειδικά όταν πρόκειται για εμπόριο και επενδύσεις – όπως έδειξε η πρόσφατη επενδυτική συνθήκη της ΕΕ με την Κίνα.

Ο διατλαντικός διάλογος πρέπει να ξεκινήσει με την αντιμετώπιση των γεωπολιτικών επιπτώσεων της ανόδου της Κίνας. Η Ουάσιγκτον θα αποξενώσει τους Ευρωπαίους συμμάχους της εάν φαίνεται πως επιδιώκει έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο. Αντίθετα, η προσέγγιση του Πεκίνου ως αποφασισμένου ανταγωνιστή, αλλά όχι υπαρξιακού εχθρού, είναι πιο πιθανό να χρησιμεύσει ως βάση για μια διατλαντική συναίνεση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη πρέπει επίσης να συμφωνήσουν ότι η απομάκρυνση της Κίνας από τομείς ευαίσθητης τεχνολογίας, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα δίκτυα 5G, θα ήταν συνετή, αλλά και ότι η παγκόσμια αλληλεξάρτηση σημαίνει ότι μια ολοκληρωτική οικονομική αποσύνδεση δεν είναι ούτε επιθυμητή ούτε εφικτή. Οι δημοκρατικές χώρες του Ατλαντικού πρέπει επίσης να συμφωνήσουν να μιλήσουν με μια κοινή φωνή όσον αφορά στην υπεράσπιση των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών της Κίνας.

Τρίτον, η Ουάσινγκτον και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της πρέπει να διεξάγουν διαβουλεύσεις σχετικά με το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος προσέγγισης της παγκόσμιας διακυβέρνησης και διατήρησης ενός διεθνούς συστήματος που βασίζεται σε κανόνες. Η κυβέρνηση Μπάιντεν φαίνεται να θέλει να επικεντρωθεί στην προώθηση της συνεργασίας κυρίως μεταξύ των δημοκρατιών, σχεδιάζοντας μια Διάσκεψη Κορυφής για τη Δημοκρατία η οποία στοχεύει στην «ανανέωση του πνεύματος και του κοινού σκοπού των εθνών του Ελεύθερου Κόσμου».

Ενώ η αλληλεγγύη μεταξύ των φιλελεύθερων δημοκρατιών χρειάζεται αναμφίβολα μια τόνωση, θα ήταν λάθος να υποθέσουμε ότι οι παγκόσμιες δημοκρατίες έχουν από μόνες τους τα συλλογικά μέσα για να στηρίξουν το διεθνές σύστημα. Οι κύριες διεθνείς προτεραιότητες σήμερα περιλαμβάνουν τη διαχείριση μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τη διάλυση των τρομοκρατικών δικτύων, την καταπολέμηση της διάδοσης των πυρηνικών, την προώθηση της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο και τη βελτίωση της δημόσιας υγείας. Όπως έχουν δείξει οι θανατηφόρες συνέπειες του COVID-19, η αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων απαιτεί από τις φιλελεύθερες δημοκρατίες να συνεργαστούν εποικοδομητικά με τους ανελεύθερους ομολόγους τους.

Συνεπώς, οι Ατλαντικοί εταίροι θα πρέπει να αναζητήσουν νέα και πιο ευέλικτα διπλωματικά μέσα, όπως ομάδες καθοδήγησης που περιλαμβάνουν δημοκρατίες και μη δημοκρατίες, οι οποίες θα αναπτύξουν νέες πρακτικές, θα εκσυγχρονίσουν τους κανόνες και θα προσαρμόσουν τους υπάρχοντες θεσμούς στην παγκόσμια πραγματικότητα.

Τέλος, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη πρέπει να αναπροσαρμόσουν τις ισορροπίες της εταιρικής σχέσης τους. Οι Ευρωπαίοι πρέπει να εκπληρώσουν τη δέσμευσή τους να αναλάβουν μεγαλύτερη γεωπολιτική ευθύνη. Ο Μπάιντεν είναι ένθερμος υποστηρικτής του ΝΑΤΟ και του να παραμείνουν τα αμερικανικά στρατεύματα στην Ευρώπη για το προσεχές μέλλον. Αλλά όπως οι Τραμπ και Ομπάμα πριν από αυτόν, ο Μπάιντεν θα φροντίσει ώστε η Ευρώπη να επωμιστεί περισσότερα βάρη, ειδικά υπό το πρίσμα των οικονομικών πόρων και της πολιτικής προσπάθειας που θα καταβάλει στο εσωτερικό μέτωπο.

Οι Ευρωπαίοι πρέπει να σταματήσουν τα αντιπαραγωγικά επιχειρήματά τους σχετικά με το αν θα ζητήσουν «στρατηγική αυτονομία» από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αντίθετα να συνεχίσουν τη σκληρή δουλειά για να αποκτήσουν αυξημένη στρατιωτική ικανότητα και για να διαμορφώσουν μια πιο συλλογική στρατηγική ασφάλειας. Βεβαίως, η Ευρώπη θα πρέπει να είναι έτοιμη να ενεργήσει μόνη της εάν είναι απαραίτητο, αλλά η διατλαντική συνεργασία θα πρέπει να είναι η πρώτη επιλογή. Και όσο ισχυρότερη γεωπολιτικά γίνει η Ευρώπη, τόσο καλύτερος εταίρος θα είναι για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Περισσότερη Ευρώπη σημαίνει ενίσχυση, όχι αποδυνάμωση, του διατλαντικού δεσμού.

Από το μεσημέρι της 20ής Ιανουαρίου, ξεκίνησε μια νέα εποχή επούλωσης και ανανέωσης για τη διατλαντική κοινότητα. Αυτά είναι εξαιρετικά νέα. Αλλά υπάρχει πολύ σκληρή δουλειά που πρέπει να γίνει.

ΠΗΓΗ: Forum.eu 

Πηγή
Author:

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Σχετικα Αρθρα

Η δική μου αποτίμηση των χθεσινών εκλογών

Οι σχεδόν 215.000 πολίτες που συμμετείχαμε χτες στις εκλογές...

Μας ξαγρυπνά το όνειρο

Η ζωή μας είναι γεμάτη από όνειρα, όνειρα που...

Απίστευτη αναλγησία από την μνημονιακότερη Κυβέρνηση …

Τους τελευταίους μήνες αυτή η υποταγμένη, μνημονιακότερη  κυβέρνηση των...

Συλλήψεις υπουργών στον Νίγηρα, εκκενώνουν Γάλλοι και Ιταλοί

Ραγδαίες εξελίξεις μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στον Νίγηρα, που...