Ολιγαρχική οπισθοδρόμηση της δημοκρατίας

Μοιραστειτε το

Στα συμπτώματα και τις αιτίες της κρίσης της δημοκρατίας αναφέρεται στο ακόλουθο άρθρο του ο Στέφανο Πετρουτσιάνι, καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης La Sapienza.


Βρισκόμαστε μπροστά σε μια διαδικασία ολιγαρχικής οπισθοδρόμησης της δημοκρατίας, η οποία μπορεί να παρατηρηθεί από διάφορες οπτικές γωνίες. Αν σταθούμε για παράδειγμα στην αλυσίδα εκλογείς – κόμματα – Κοινοβούλιο – κυβέρνηση, γίνεται αμέσως φανερό το πόσο οι δεσμοί δημοκρατικής ανταπόκρισης έχουν φθαρεί στις τελευταίες δεκαετίες. Με το τέλος των ιδεολογικών κομμάτων, που είχαν ισχυρή δομή και ήταν ριζωμένα στην κοινωνία, έχουν περιοριστεί οι δυνατότητες των εκλογέων και των μελών να συμμετέχουν στην εσωτερική ζωή των κομματικών οργανώσεων, συμβάλλοντας στον καθορισμό των πολιτικών επιλογών. Εχουν επιβληθεί δυναμικές ηγετισμού και αρχηγισμού, μετατρέποντας τα κόμματα σε οργανισμούς που καθοδηγούνται λίγο ως πολύ αυταρχικά από τους ηγέτες τους.

Αυτές οι διαδικασίες έχουν ενισχυθεί (ή εν μέρει προκληθεί) και από την επίδραση που ασκούν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και το τηλεοπτικό θέαμα στην πολιτική. Οπως οι εκλογείς και τα μέλη επηρεάζουν όλο και λιγότερο την εσωτερική ζωή και τις επιλογές των κομμάτων, έτσι και οι εκλεγμένοι βουλευτές βλέπουν να περιορίζεται η ισχύς τους προς όφελος εκείνης των κυβερνήσεων, οι οποίες όλο και συχνότερα υποχρεώνουν τα κοινοβούλια να εγκρίνουν προκαθορισμένα νομοθετικά πακέτα. Τα ίδια τα μέλη της κυβέρνησης, εξάλλου, βλέπουν να ελαττώνεται η πολιτική τους δύναμη και η συμμετοχή τους στις αποφάσεις προς όφελος του πρωθυπουργού, ο οποίος τείνει να δίνει στον ρόλο του μιαν όλο και πιο μονοκρατορική ερμηνεία.

Στο βάθος, όμως, το ζήτημα το πιο σημαντικό από όλα είναι το ότι και οι κυβερνήσεις και οι πρωθυπουργοί βλέπουν να συμπιέζονται τα περιθώρια δράσης τους προς όφελος των υπερεθνικών θεσμών διακυβέρνησης της οικονομίας, ευρωπαϊκών ή παγκόσμιων ανάλογα με την περίπτωση, οι οποίοι όλο και συχνότερα σφετερίζονται την εξουσία να υπαγορεύουν απευθείας την ατζέντα την οποία οφείλουν να τηρήσουν οι κυβερνήσεις, για να μην χάσουν την εμπιστοσύνη των αγορών.

Ακόμη και ένας σχολιαστής όπως ο Γιούργκεν Χάμπερμας –ο οποίος σίγουρα δεν είναι ύποπτος για «εξτρεμισμό»– σημείωνε ότι τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο: την πλήρη καθυπόταξη των πολιτικών αποφάσεων και της ίδιας της επιλογής του κυβερνητικού προσωπικού στις κατευθύνσεις που έρχονται από τις υπερεθνικές τεχνοκρατίες, οι οποίες δρουν στην υπηρεσία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Γι’ αυτό είναι προφανές ότι, αν από την εσωτερική πολιτική στρέψουμε το βλέμμα μας προς την ηπειρωτική ή παγκόσμια διάσταση, οι διαδικασίες απαλλοτρίωσης της δημοκρατικής εξουσίας των πολιτών διακρίνονται ακόμη πιο καθαρά και αδιαμφισβήτητα. Γιατί μας προξενεί επομένως έκπληξη το ότι οι πολίτες πιστεύουν όλο και λιγότερο στην άσκηση της λαϊκής κυριαρχίας μέσα από τις πρακτικές της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας; Αυτές οι δυναμικές μπορούν να παρατηρηθούν και από μιαν άλλη οπτική γωνία.

Ο ρόλος της δημοκρατικής πολιτικής στον εικοστό αιώνα ήταν σε μεγάλο βαθμό το να δίνει άρθρωση και αντιπροσώπευση στη συγκρουσιακή πολλαπλότητα των κοινωνικών συμφερόντων, τα οποία αντικαθρεφτίζονταν κατά κάποιον τρόπο μέσα από τη διαλεκτική των πολιτικών παρατάξεων και κυρίως μέσα από τη διαλεκτική ανάμεσα στους δύο πόλους του κοινοβουλευτικού μετώπου, της Δεξιάς και της Αριστεράς. Σήμερα όμως αυτή η διαλεκτική έχει χάσει μεγάλο μέρος της αποτελεσματικότητάς της και του νοήματός της. Δεν λειτουργεί πλέον το σχήμα σύμφωνα με το οποίο η πολιτική πόλωση αντανακλούσε σε μεγάλο βαθμό την πόλωση των κοινωνικών συμφερόντων. Εχει διαρρηχθεί εκείνη η σχέση αντιπροσώπευσης η οποία, έστω με προβλήματα και δυσκολίες, είχε συνδέσει τις εργαζόμενες τάξεις και ευρείς λαϊκούς τομείς με τα κόμματα της Αριστεράς, τα οποία στην πολιτική σκακιέρα του εικοστού αιώνα είχαν αναλάβει τον ρόλο να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους.

Αυτό συνέβη για πολλούς λόγους: από τη μια μεριά επειδή έγινε όλο και πιο δύσκολη η αντιπροσώπευση ενός εξαιρετικά ποικιλόμορφου και κατακερματισμένου κοινωνικού πανοράματος, το οποίο μετά την οικονομική κρίση διαπερνιέται από ισχυρά κύματα απογοήτευσης και μνησικακίας. Από την άλλη μεριά, όμως, υπήρξε και ένας βαθύτερος λόγος: ο χώρος για μιαν ουσιαστική διαλεκτική ανάμεσα σε συγκρουόμενα συμφέροντα και ανταγωνιστικά προγράμματα έχει περιοριστεί δραστικά, καθώς οι περισσότερες πολιτικές δυνάμεις (συμπεριλαμβανόμενων και πολλών από εκείνες που τοποθετούνται στην Αριστερά) κατέληξαν να αποδέχονται, έστω με διαφορετικούς τρόπους και με πολλές αποχρώσεις, την ατζέντα που κυριαρχεί στην εποχή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Μετά την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, οποιοδήποτε μεγάλο εναλλακτικό σχέδιο φαινόταν από την αρχή αδιανόητο ακόμη και στις πιο σημαντικές δυνάμεις της Αριστεράς. Και γι’ αυτό καταγράφηκε μια ουσιαστική σύγκλιση στις κατευθυντήριες γραμμές της νεοφιλελεύθερης ατζέντας με τα συνθήματα: μείωση της δημόσιας δαπάνης, ιδιωτικοποιήσεις, συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, πολιτικές που τείνουν στην ανάπτυξη ενός υποτιθέμενου «ανταγωνισμού» σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας και των δημόσιων υπηρεσιών, αντικατάσταση της «ξεπερασμένης» υπεράσπισης των δικαιωμάτων των εργαζομένων από μιαν αποκαλούμενη υπεράσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών.

Η συνέπεια όλων αυτών ήταν ότι έμειναν ουσιαστικά χωρίς αντιπροσώπευση εκείνοι οι κοινωνικοί τομείς οι οποίοι επλήγησαν περισσότερο από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Και αυτό συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στο να διαδοθεί η δυσπιστία απέναντι στην πολιτική, καθώς και η μνησικακία και η εχθρότητα απέναντι στη δημοκρατία. Ο κίνδυνος είναι να οδηγηθούμε στην ακόλουθη κατάσταση: Αριστερά χωρίς λαό, λαός χωρίς εκπροσώπηση, θρίαμβος του λαϊκισμού. Δεν μπορούμε όμως να βλέπουμε τον τρίτο όρο (τον λαϊκισμό) χωρίς να βλέπουμε και τους δυο πρώτους. Εξάλλου, η οικονομική κρίση έχει καταστήσει το ζήτημα των ανικανοποίητων προσδοκιών εντελώς δραματικό και εκρηκτικό.

Στην πραγματικότητα (περισσότερο από όσο στις ιδεολογίες) η νομιμοποίηση των δημοκρατικών συστημάτων της Δυτικής Ευρώπης βασιζόταν στη μεταπολεμική περίοδο πάνω σε δύο εξίσου σημαντικούς πυλώνες: στην απόλαυση πλουραλιστικών ελευθεριών των πολιτών, τις οποίες δεν διέθεταν όσοι ζούσαν στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», και κυρίως στη διαρκή αύξηση της οικονομικής ευημερίας, που ήταν θεμελιώδης παράγοντας νομιμοποίησης και κοινωνικής συνοχής.

Από τη στιγμή που αυτή η επαγγελία ευημερίας διαψεύδεται ή λείπει εντελώς, οι θεσμοί της πλουραλιστικής δημοκρατίας εμφανίζονται στους πολίτες με εντελώς άλλη μορφή: σαν μια απατηλή πρόσοψη, πίσω από την οποία κρύβονται η απληστία των οικονομικών και πολιτικών ελίτ και τα αδιαφιλονίκητα προνόμια της ολιγαρχίας. Ενα από τα μεγάλα άλυτα προβλήματα της σύγχρονης δημοκρατίας έγκειται στο γεγονός ότι αυτή βασίζεται από τη μια μεριά στην ιδέα της ίσης κατανομής της πολιτικής εξουσίας μεταξύ των πολιτών, δηλαδή της λαϊκής κυριαρχίας· ενώ, από την άλλη, στις σύγχρονες κοινωνίες τα μέσα για τον επηρεασμό και τον καθορισμό της πολιτικής απόφασης είναι κατανεμημένα με τρόπο απολύτως άνισο και η πολιτική εξουσία επηρεάζεται και διαπλέκεται με χίλιους τρόπους –συχνά διεφθαρμένους– με την οικονομική και με τη μιντιακή εξουσία, που με τη σειρά τους διαπλέκονται και αυτές μεταξύ τους. Αυτή είναι η μεγάλη αντίφαση, η οποία οξύνθηκε στις τελευταίες δεκαετίες εξαιτίας της αύξησης των ανισοτήτων και της συγκέντρωσης του πλούτου και των αυτοκρατοριών της επικοινωνίας. […]

Πηγή
Author: Θανάσης Γιαλκέτσης

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Σχετικα Αρθρα

Η δική μου αποτίμηση των χθεσινών εκλογών

Οι σχεδόν 215.000 πολίτες που συμμετείχαμε χτες στις εκλογές...

Μας ξαγρυπνά το όνειρο

Η ζωή μας είναι γεμάτη από όνειρα, όνειρα που...

Απίστευτη αναλγησία από την μνημονιακότερη Κυβέρνηση …

Τους τελευταίους μήνες αυτή η υποταγμένη, μνημονιακότερη  κυβέρνηση των...

Συλλήψεις υπουργών στον Νίγηρα, εκκενώνουν Γάλλοι και Ιταλοί

Ραγδαίες εξελίξεις μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στον Νίγηρα, που...