Ερμονέλα Γιάχο, μια ιδανική «Μπατερφλάι»

Μοιραστειτε το

Η Ερμονέλα Γιάχο ως Τσο-Τσο-Σαν και ο Τζανλούκα Τερανόβα ως Πίνκερτον αποτέλεσαν ένα μουσικά και σκηνικά σπάνια ισορροπημένο πρωταγωνιστικό ζευγάρι.

Στις 25 Οκτωβρίου 1940, τρεις ημέρες πριν από την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, η νεοσύστατη ΕΛΣ ανέβασε στη σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου την πρώτη της όπερα, τη «Μαντάμα Μπατερφλάι» του Πουτσίνι.

Την επέτειο των ογδόντα χρόνων από την ιστορική πρεμιέρα γιόρτασε το μοναδικό λυρικό θέατρο της χώρας στη σημερινή του στέγη στο ΚΠΙΣΝ, υπό επίσης -ευτυχώς διαφορετικά!- δυσμενείς συνθήκες, παρουσιάζοντας το ίδιο έργο σε αναβίωση της εντυπωσιακής σκηνοθεσίας από τον Αργεντινό Ούγκο ντε Ανα, που είχαμε πρωτοδεί στο Ηρώδειο το 2013 και μετά ξανά το 2017.

Για τις συγκεκριμένες παραστάσεις οι υπεύθυνοι της ΕΛΣ μετακάλεσαν δύο από τις κορυφαίες Τσο-Τσο-Σαν του παρόντος, την Αλβανή Ερμονέλα Γιάχο και τη Λετονή Κριστίνε Οπολάις (Τόσκα στην ΕΛΣ, το 2007), αμφότερες των οποίων ερμηνεύουν τον ρόλο στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα παγκοσμίως, αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές. Λόγω των αυστηρών υγειονομικών περιορισμών η όπερα δόθηκε στη συνεπτυγμένη ενορχηστρωτική εκδοχή του Ετόρε Πανίτσα, με αριθμητικά πολύ περιορισμένη συμμετοχή της γυναικείας χορωδίας, ενώ το θέατρο γέμισε μόνον κατά το 30%.

Οι θεατές έφεραν υποχρεωτικά μάσκες και παρέμειναν κατά το διάλειμμα στις θέσεις τους. Προγραμματίστηκε σειρά εννιά παραστάσεων, με τριπλή διανομή, από τις οποίες παρακολουθήσαμε την επετειακή στις 25/10/2020. Αποφασιστικό για τις πάρα πολύ καλές εντυπώσεις ήταν συνολικά το μουσικό μέρος της παράστασης.

Η Ερμονέλα Γιάχο ως Τσο-Τσο-Σαν και ο ακμαίος Ιταλός τενόρος Τζανλούκα Τερανόβα ως Πίνκερτον αποτέλεσαν ένα μουσικά και σκηνικά σπάνια ισορροπημένο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, το καλύτερο ίσως που έχει προσφέρει η ΕΛΣ τις τελευταίες δεκαετίες: με φωνές πλούσιας εκφραστικής παλέτας, υγιείς, λαμπερές, ισοδύναμα ηχηρές, με λυρικό τραγούδι άρτιας τεχνικής, χορταστικό, εξωστρεφώς «λατινικό» αλλά ιδιαίτερα προσεγμένο και καλαίσθητα εκφραστικό, με πειστικές, συμβατικά μεν αλλά σωστά στημένες σκηνικές παρουσίες. «Μικρή το δέμας» -όπερ ιδιαίτερα ταιριαστό στον ρόλο!- αλλά ταυτόχρονα μια θαυμάσια άδουσα ηθοποιός, η Γιάχο υπήρξε μια ιδανική Μπατερφλάι: εύθραυστη και ευάλωτη, γοητευτικά αφελής και τρυφερή, βαθιά συγκινητική στις αφειδώλευτα συναισθηματικές εξάρσεις και στα σπαρακτικά ξεσπάσματα της τραγικής συντριβής της.

Πολύ καλά πλαισίωσαν το πρωταγωνιστικό ζεύγος η μεσόφωνος Χρυσάνθη Σπιτάδη ως Σουτζούκι και ο βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης ως Πρόξενος Σάρπλες, ενώ καλοί ήσαν οι λοιποί υποστηρικτικοί ρόλοι. Ο Λουκάς Καρυτινός διηύθυνε δυναμικά, με φροντίδα στη λεπτομέρεια και στην υποστήριξη των τραγουδιστών, αντλώντας από την Ορχήστρα της ΕΛΣ μεστά μελωδική μουσική, αιθέριες ατμόσφαιρες αλλά και ρωμαλέες κορυφώσεις.

Η μεταφορά της παραγωγής από το υπαίθριο Ηρώδειο στην κλειστή σκηνή του ΚΠΙΣΝ υπήρξε όλως ευπρόσδεκτη στον βαθμό που στην όπερα αυτή κυριαρχεί το ιδιωτικό συναίσθημα. Ωστόσο, η μετάπλαση, εκτός του ότι -υποχρεωτικά- απέκλεισε κάθε άγγιγμα, άλλαξε αρκετά από τα στοιχεία που συνέβαλλαν στην πειστικότητα και την ισορροπία του υπερθεάματος δίχως, ωστόσο, να τα αντικαταστήσουν με άλλα, ομοίως πειστικά.

Η καρτ-ποσταλικής αισθητικής παράσταση ήταν αρχικά διαπλασμένη από τον Ούγκο ντε Ανα (σκηνοθεσία, σκηνικά, κοστούμια) σε «χολιγουντιανή» κλίμακα για την υπαίθρια σκηνή, πλαισιώνοντας την επιτηδευμένα ανεκδοτολογικού ειρμού αφήγηση των Πουτσίνι/Τζακόζα-Ιλικα με εικαστικές αναφορές στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής (1904). Η προσέγγισή του φωτίζει σποραδικά το αγεφύρωτο διαπολιτισμικό χάσμα που χωρίζει -και ορίζει ασύμμετρα- τον έρωτα και τις μοίρες της 15χρονης, αγαθής, καθηλωμένης σε οικονομική εξάρτηση Γιαπωνέζας γκέισας και του ενήλικα, ισχυρού Αμερικανού πλοιάρχου, για να οδηγήσει αναπόδραστα στην τραγική κατάληξη που κι αυτή θα πλήξει με όμοια μεροληπτική ασυμμετρία τον καθένα τους.

Βεβαίως, πίσω από την «χαριτωμένα» ελκυστική, αδιαπραγμάτευτα ανδροκεντρικής/αποικιοκρατικής υπεροψίας οπτική της όπερας του 1904 (εμείς σήμερα αναγνωρίζουμε ότι) προβάλλει κυνικά το φάντασμα της πραγματικής ζωής των φτωχών γκεϊσών… Οι γενικά δεσπόζοντες ατμοσφαιρικοί ορίζοντες με τις αχνές, ατμοσφαιρικές προβολές (Σέρτζιο Μετάλι), που αντικατέστησαν τα κολάζ από γιαπωνέζικα χαρακτικά, πρόβαλαν υπερβολικά άδειοι υπονομεύοντας συχνά την ούτως ή άλλως μινιμαλιστική «γιαπωνέζικη» σκηνική εικόνα.

Επιπλέον τα 3D animation με τα αντιτορπιλικά και η καρτουνίστικη εικαστική/αφηγηματική φλυαρία των προβολών στο ορχηστρικό ιντερλούδιο της ξαγρύπνιας της Τσο-Τσο-Σαν απλώς διέρρηξαν με υπερβάλλοντα κυνισμό την ούτως ή άλλως εύθραυστη πειστικότητα της αφήγησης.

Πηγή
Author: Γιάννης Σβώλος

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Σχετικα Αρθρα

Η δική μου αποτίμηση των χθεσινών εκλογών

Οι σχεδόν 215.000 πολίτες που συμμετείχαμε χτες στις εκλογές...

Μας ξαγρυπνά το όνειρο

Η ζωή μας είναι γεμάτη από όνειρα, όνειρα που...

Απίστευτη αναλγησία από την μνημονιακότερη Κυβέρνηση …

Τους τελευταίους μήνες αυτή η υποταγμένη, μνημονιακότερη  κυβέρνηση των...

Συλλήψεις υπουργών στον Νίγηρα, εκκενώνουν Γάλλοι και Ιταλοί

Ραγδαίες εξελίξεις μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στον Νίγηρα, που...