Επικήρυξη

Μοιραστειτε το

Η επικήρυξη, που τιμολογεί τη νομιμοφροσύνη, είναι μόνο κατ’ επίφαση ένα ισχυρό κίνητρο για να τηρηθεί ο νόμος – στην πραγματικότητα είναι ένα δέλεαρ προς τους φτωχούς, ώστε το Κράτος και το Κεφάλαιο να ξεφορτωθούν τους εχθρούς τους.

«Wanted dead or alive» έλεγαν οι αφίσες στην Αγρια Δύση πάνω από τη φωτογραφία ενός αγριωπού τύπου, ενώ το ποσόν της αμοιβής για την προσαγωγή του καταζητούμενου παρανόμου στις Αρχές, ή του πτώματός του, κυριολεκτικά κραύγαζε: 5.000 ζεστά δολάρια για τον διαβόητο Μπίλι δε Κιντ (1859-1881), για παράδειγμα, όταν στα τέλη του 19ου αιώνα με τόσα λεφτά έπαιρνες ένα σπίτι – η επικήρυξη ενός εγκληματία τέτοιου βεληνεκούς ήταν υψηλότατη, μια ολόκληρη περιουσία, γιατί ανάλογος ήταν και ο κίνδυνος.

Ο λόγος για την επικήρυξη, δηλαδή τη δημόσια ανακοίνωση ότι κάποιος καταζητείται από τις Αρχές και προσφέρεται ορισμένη χρηματική αμοιβή σε όποιον συμβάλει στη σύλληψή του, και συνεκδοχικά το ποσό αυτής της αμοιβής, σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «επικηρύττω», που σήμαινε τότε ό,τι σημαίνει και σήμερα.

Η επικήρυξη είναι όντως μια παλιά ιστορία. Για παράδειγμα, στη ρωμαϊκή πόλη Πομπηία, που καταστράφηκε από την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ., βρέθηκε μια επιγραφή σ’ έναν τοίχο καταστήματος που ίσως είναι η πρώτη επίσημη γραπτή επικήρυξη στην Ιστορία: «Χάθηκε από το μαγαζί μου ένα χάλκινο βάζο. Οποιος μου το επιστρέψει θα λάβει 65 σηστέρτια (χάλκινα νομίσματα). Είκοσι νομίσματα ακόμα θα δοθούν για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη του κλέφτη».

Για να καταλάβουμε το πνεύμα των επικηρύξεων, ας αναφέρουμε ενδεικτικά κάποιες από αυτές: το 1824 στην Αυστραλία, προσφέρθηκε ως αμοιβή ένα ολόκληρο κτήμα, εμβαδού 500 acres, (λίγο περισσότερο από 2.000 στρέμματα) για τη σύλληψη του Windradyne, που ήταν πολεμιστής της φυλής των Wiradjuri και ηγέτης της εξέγερσης των αυτοχθόνων στην Αυστραλία. Μια (άκαρπη) βδομάδα μετά τη δημοσιοποίηση της επικήρυξης, το «Ζωντανός» έφυγε από την αφίσα, που έλεγε πως ο πολεμιστής καταζητείται «Νεκρός ή ζωντανός», αλλά κανείς από τη φυλή του δεν τον κατέδωσε στους λευκούς κατακτητές της ηπείρου.

Κυνηγοί επικηρυγμένων

Το 1862 ένας Αμερικανός αγρότης έλαβε αμοιβή επειδή πυροβόλησε και σκότωσε τον Ινδιάνο αρχηγό Ταογιατεντούτα (που σημαίνει «Μικρό Κοράκι»), ενώ λίγα χρόνια αργότερα οι τοπικές αρχές της πολιτείας της Ουάσινγκτον σταμάτησαν να δίνουν αμοιβή για τα κεφάλια Ινδιάνων της περιοχής, επειδή ήταν αμφίβολη η προέλευσή τους…

Ηταν επόμενο να δημιουργηθεί και το επάγγελμα του κυνηγού επικηρυγμένων (bounty hunter), το οποίο ανθεί ακόμα και σήμερα στις ΗΠΑ. Τότε, στην εποχή της Αγριας Δύσης, οι κυνηγοί επικηρυγμένων έβγαζαν ένα καλό μεροκάματο κυνηγώντας, μεταξύ άλλων, και μαύρους δούλους που το έσκαγαν από τον αφέντη τους τους – σήμερα, είναι γνωστό πως οι περισσότεροι από τους κρατουμένους στο κολαστήριο του Γκουαντάναμο, στην ομώνυμη αμερικανική βάση στην Κούβα, κατέληξαν εκεί από κυνηγούς επικηρυγμένων, οι οποίοι βοήθησαν με το αζημίωτο τη μεγαλύτερη δημοκρατία του πλανήτη να απαλλαγεί από τους εχθρούς της…

Αλλωστε, στις ΗΠΑ, εκτός από τους Ινδιάνους, είχαν επικηρυχθεί ακόμα και άγρια ζώα, όπως οι γκρίζοι λύκοι, που σήμερα έχουν σχεδόν εξαφανιστεί από την Αμερική εξαιτίας της επικήρυξης: ένα έγγραφο της Αποικίας του Κόλπου της Μασαχουσέτης, με ημερομηνία 7 Μαΐου 1662, υπόσχεται σαράντα σελίνια για κάθε νεκρό ζώο.

Ομως και στη Γηραιά Ηπειρο οι επικηρύξεις ήταν ένα σύνηθες, διαχρονικό φαινόμενο. Στην Αγγλία στα τέλη του 17ου αιώνα υπήρχε μια μόνιμη επικήρυξη σαράντα λιρών για τη σύλληψη και την προσαγωγή των ληστών που λυμαίνονταν τις εθνικές οδούς – ο πολίτης που θα συνελάμβανε έναν επικηρυγμένο, εκτός από την αμοιβή, είχε το δικαίωμα να οικειοποιηθεί το άλογο, τα όπλα και τα λεφτά του κλέφτη… Λίγα χρόνια αργότερα, στις αρχές του 18ου αιώνα, η αγγλική κυβέρνηση έδινε 140 λίρες το κεφάλι για τους ληστές των εθνικών οδών, ή 240 για δύο, φτάνοντας τις 420 λίρες για μια συμμορία τριών ατόμων – ένα ποσό μυθικό, όταν ένας εργάτης κέρδιζε λιγότερες από δεκαπέντε λίρες τον χρόνο…

Ταπεινά κίνητρα

Για να έρθουμε και λίγο στα δικά μας, το 1975 η αμοιβή που θα ενθυλάκωνε εκείνος που θα έδινε πληροφορίες για την ταυτότητα των δολοφόνων του Ρίτσαρντ Γουέλς, του σταθμάρχη της CIA στην Ελλάδα, ήταν πέντε εκατομμύρια, όταν το ημερομίσθιο ενός εργατοτεχνίτη (σύμφωνα με την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας) ήταν 219 δραχμές.

Είκοσι πέντε χρόνια μετά, το 2000, κάτι οι πληθωριστικές πιέσεις (…), κάτι η ογκούμενη, με την πάροδο του χρόνου, ενόχληση του ξένου παράγοντα, εκτόξευσαν το ποσό της επικήρυξης για τους δράστες της εκτέλεσης του Βρετανού στρατιωτικού ακολούθου Στίβεν Σόντερς στο δυσθεώρητο ύψος των 3,5 δισεκατομμυρίων δραχμών (3.433.000.000)!…

Φαίνεται πως ο σεβασμός στη νομιμότητα συχνά στηρίζεται στη ρουφιανιά και στην ιδιοτέλεια και όχι σε μια αίσθηση του δικαίου που (θα έπρεπε να) εμπνέει τους πολίτες. Κάποιοι πιστεύουν πως η επικήρυξη είναι τόσο χυδαία όσο και η παράνομη πράξη για την οποία επιβλήθηκε. Η επικήρυξη, που τιμολογεί τη νομιμοφροσύνη, είναι μόνο κατ’ επίφαση ένα ισχυρό κίνητρο για να τηρηθεί ο νόμος – στην πραγματικότητα είναι ένα δέλεαρ προς τους φτωχούς, ώστε το Κράτος και το Κεφάλαιο να ξεφορτωθούν τους εχθρούς τους.

Δεν είναι τυχαίο ότι επικηρύσσονται, γενικά, ληστές τραπεζών ή «τρομοκράτες» (εντός και εκτός εισαγωγικών) και όχι, ας πούμε, παιδεραστές ή καταζητούμενοι νεοναζιστές, όπως ο Παππάς, ο υπαρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή». Οσο για την επικήρυξη των βιτριολιστών της Κούνεβα, πολλοί τη θεωρούν και αυτή ηθικά απαράδεκτη, όπως όλες τις επικηρύξεις αφενός, και αφετέρου εντελώς προσχηματική – από πότε επικηρύσσονται στην Ελλάδα οι φονιάδες ή οι βιαιοπραγούντες εναντίον αριστερών;…

Το Σύστημα προστατεύει την ύπαρξή του και αξιοποιεί τις ευκαιρίες που του δίνουν κάποιοι ηλίθιοι, φασίζοντες επανασταταράδες (αν όχι απλώς προβοκάτορες), όπως αυτοί που διαπόμπευσαν τον πρύτανη, για να υλοποιήσει την ατζέντα του: οι «Μπάτσοι των Πανεπιστημίων» καταφτάνουν, η Παιδεία απαξιώνεται, η κοινωνία αποβλακώνεται τηλεοπτικώς και τα άτομα πλέον, όχι οι πολίτες, αλλά οι ιδιώτες («idiots» αγγλιστί) αλληλοκαταδίδονται μπας και κονομήσουν καμιά εκατοστή ζεστά χιλιάρικα από την εκάστοτε επικήρυξη.

Πηγή
Author:

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Σχετικα Αρθρα

Η δική μου αποτίμηση των χθεσινών εκλογών

Οι σχεδόν 215.000 πολίτες που συμμετείχαμε χτες στις εκλογές...

Μας ξαγρυπνά το όνειρο

Η ζωή μας είναι γεμάτη από όνειρα, όνειρα που...

Απίστευτη αναλγησία από την μνημονιακότερη Κυβέρνηση …

Τους τελευταίους μήνες αυτή η υποταγμένη, μνημονιακότερη  κυβέρνηση των...

Συλλήψεις υπουργών στον Νίγηρα, εκκενώνουν Γάλλοι και Ιταλοί

Ραγδαίες εξελίξεις μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στον Νίγηρα, που...