«Δεν ήθελα να γεράσω ξέροντας ότι δεν τόλμησα»

Μοιραστειτε το

Είναι μια οριακή στιγμή. Μια στιγμή που θα φανερώσουμε αν όντως μας αφορά η εξυγίανση του θεατρικού χώρου (που αυτομάτως συνεπάγεται την εκκαθάριση και σε πολλούς άλλους χώρους, μιας και τα εγκλήματα τα οποία έρχονται στο φως αυτές τις μέρες δεν συμβαίνουν μόνο στον χώρο του θεάτρου) ή αν φοβούμενοι τη διατάραξη της όποιας «δημόσιας εικόνας» μας συνεχίσουμε μια παθογένεια ετών του θέατρου: καλές σχέσεις με όλους, διπλωματία, σιωπή και συναίνεση.

Αποδείχθηκε πανηγυρικά ότι τα παραπάνω συστατικά ήταν που έτρεφαν λεκτική βία, σωματική κακοποίηση, σεξουαλική κακοποίηση, αποπλάνηση ανηλίκων και βιασμούς – έτρεφαν δηλαδή ένα «τέρας». Εχουμε ενώπιον μας ένα «τέρας» που συντηρείται δεκαετίες από πολιτικούς κύκλους, ισχυρά οικονομικά κεφάλαια και από τη σιωπή ανθρώπων που γνωρίζουν και είναι η στιγμή να δούμε αν θα το μεταπλάσουμε ή θα το γιγαντώσουμε.

Με απορία και λύπη παρατηρώ την ηχηρή απουσία συναδέλφων καλλιτεχνών που αρνούνται να πάρουν θέση. Είναι απολύτως θεμιτό να τηρείς στάση αναμονής και να μη σπεύδεις να αποδώσεις κατηγορίες σε φερόμενους ως θύτες που δεν έχουν αποδειχθεί. Είναι όμως απάνθρωπο να μη βάζεις πλάτη, να μην αγκαλιάζεις και να μην ενθαρρύνεις τους ανθρώπους να μιλήσουν.

Είναι σαφές ότι έχει ξεκινήσει ένας πόλεμος εναντίον των θυμάτων. Κάτι πρωτοφανές στην εξέλιξη του ελληνικού metoo. Οταν βγήκε με παρρησία και σθένος η Σοφία Μπεκατώρου και μίλησε για την υπόθεσή της, κανένας δεν βγήκε από οποιαδήποτε απέναντι πλευρά να θριαμβολογήσει κάνοντας λόγο για παραγραφείσες υποθέσεις, αντιθέτως εξ αυτού και με την υποστήριξη της κυβέρνησης και των ΜΜΕ κινήθηκε μια ολόκληρη διαδικασία η οποία ανέδειξε άλλους βιασμούς που συνέβησαν στον χώρο του αθλητισμού. Μάλιστα προσεκλήθη από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαρόπουλου – μια ένδειξη τιμής και σεβασμού για το θάρρος της πράξης της.

Κατόπιν η Ζέτα Δούκα αποφασιστικά έσπασε το «σπυρί» της κακοποίησης στον χώρο του θεάτρου. Ακολούθησαν η Αννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους, η Λένα Δροσάκη και η Πηνελόπη Αναστασοπούλου όπως και η Τζένη Μπότση και η Αγγελική Λάμπρη. Με λόγο δημόσιο, καθαρό, ψύχραιμο έφεραν στο φως άλλες υποθέσεις ακραίας παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κακοποίησης. Ολες αυτές οι γυναίκες, δημοφιλείς και γνωστές για το καλλιτεχνικό τους έργο, βγήκαν χωρίς κανένα σύστημα να τις στηρίζει, ατομικά η ομαδικά, και κατήγγειλαν φρικιαστικά πράγματα. Ορθώς τις χειροκροτήσαμε, σταθήκαμε σύσσωμοι στο πλευρό τους. Οι μαρτυρίες αυτές -ευτυχώς- δεν βρήκαν κανέναν αντίλογο, δεν τόλμησε κανείς -ευτυχώς- να καταφερθεί εναντίον τους και ούτε να τρομοκρατήσει δημόσια ή να σταματήσει οποιονδήποτε άλλον να τις υπερασπιστεί ή και να παραδειγματιστεί και να πάει να καταθέσει τη δική του πιθανή κακοποίηση για τα άτομα που κατήγγειλαν ως θύτες (γεγονός που μένει να αποδειχθεί).

Τώρα όμως βρισκόμαστε μπροστά σε μια τερατωδία. Ο πρώτος άνθρωπος που έδωσε συνέντευξη (ως Νίκος Σ.*) με την οποία φωτογράφιζε τον τέως καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θέατρου Δημήτρη Λιγνάδη (συνέντευξη που πυροδότησε και την παραίτηση του κ. Λιγνάδη, όπως ανέφερε η υπουργός Πολιτισμού κ. Μενδώνη – η οποία παραίτηση κατόπιν ονομάστηκε αποπομπή από τον υπουργό Επικρατείας κ. Γεραπετρίτη) λοιδορήθηκε ως αναξιόπιστος και έδωσε αφορμή σε μερίδα του Τύπου να μιλήσει για πιθανή ανακρίβεια και κατασκευή της συνέντευξης, προσβάλλοντας έτσι και τη δημοσιογράφο Ναταλί Χατζηαντωνίου η οποία από την πρώτη στιγμή δήλωσε ότι έχει στα χέρια της το ονοματεπώνυμό του και είναι στη διάθεση των αρχών. Εξ αρχής υπήρξε απόπειρα τρομοκρατίας και επίθεσης σε όποιον θα τολμούσε να αγγίξει αυτό το θέμα.

Η επίθεση αυτή δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος και αντιθέτως άρχισαν τα φερόμενα ως θύματα του συγκεκριμένου φερόμενου ως θύτη να πολλαπλασιάζονται, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι έβρισκαν το ψυχικό σθένος να αφηγηθούν τα πιο βαθιά κρυμμένα τραύματά τους – κάτι το οποίο οδήγησε σε ένταλμα σύλληψης του φερόμενου ως θύτη με την κατηγορία του βιασμού κατά συρροή.

Και αμέσως η ιστορία άρχισε να αντιστρέφεται, τα θύματα έγιναν πεδίο βολής για ανταλλαγή πυρών μεταξύ των κομμάτων, ενώ μερίδα του Τύπου άρχισε να χαρακτηρίζει ως «αντιπολίτευση» όσους τόλμησαν να σταθούν δίπλα στα θύματα προκειμένου να τους αποδομήσουν και εξ αντανακλάσεως να αποδυναμώσουν τη φωνή των θυμάτων.

Το αποκορύφωμα ήρθε όταν ανέλαβε την υπόθεση γνωστός ποινικολόγος, που κατάφερε να εμφανίζεται ταυτόχρονα σε όλες τις τηλεοπτικές εκπομπές επί 24ώρου βάσεως, προσβάλλοντας την προσωπικότητα των ανθρώπων που κατήγγειλαν ή μήνυσαν τον φερόμενο ως θύτη, ποινικοποιώντας την ομοφυλοφιλία και χρησιμοποιώντας κάθε μέσο για να τους εξευτελίσει, με πρακτικές που μας θύμιζαν δεκαετίες ακραίου συντηρητισμού, με κύριο στόχο να σταματήσει τις καταγγελίες, τις μαρτυρίες και τις πιθανές καταθέσεις άλλων πιθανών θυμάτων. Ξαφνικά τα θύματα έσβησαν από τα μέσα ενημέρωσης, έσβησε ακόμα και ο καταγγελλόμενος τέως καλλιτεχνικός διευθυντής και το μόνο που έμεινε να λάμπει είναι η ρητορική μίσους, τα «ισχυρά» άλλοθι του κατηγορούμενου και η συστηματική μείωση των θυμάτων αλλά και όσων τα υποστήριζαν. Η πρακτική αυτή είναι γνωστή και δοκιμασμένη – και όχι απαραίτητα επιτυχημένη.

Αυτό που τώρα και πάντα είχε σημασία είναι τα θύματα. Οι άνθρωποι αυτοί που έξυσαν τις πιο βαθιές πληγές τους και βρήκαν τη δύναμη να βγουν ανώνυμα ή επώνυμα και να τις αναβιώσουν προκειμένου κάποτε να λυτρωθούν. Κραυγές ανθρώπων που από παιδιά κακοποιήθηκαν, αποπειρώνται να σταθούν στα πόδια τους και να αντιμετωπίσουν κατά πρόσωπο αυτόν που καταγγέλλουν ως βασανιστή τους. Αυτοί οι άνθρωποι μας χρειάζονται.

Αυτοί οι άνθρωποι βγήκαν ανοιχτά και μίλησαν για τη σεξουαλική τους ταυτότητα – κάτι που ακόμα για μεγάλη μερίδα του κόσμου είναι ταμπού. Αυτοί οι άνθρωποι που είχαν απωθήσει υποθέσεις βιασμού και τραυματισμού -μη παραγεγραμμένου- μοιράστηκαν τις εμπειρίες, ίσως πρώτη φορά, με τους δικούς τους ανθρώπους, φίλους και οικογένεια. Αυτοί οι άνθρωποι στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και έδωσαν μια κλοτσιά στον συντηρητισμό και στο σύστημα που εκτρέφει και συντηρεί κτηνωδίες. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι -που δεν είχαν την τύχη να έχουν την επωνυμία των προαναφερθεισών θαρραλέων γυναικών- πάνε να στοχοποιηθούν ως αναξιόπιστοι και να βιαστούν ξανά από ερωτήσεις όπως «γονείς δεν είχαν αυτά τα παιδιά και πήγαιναν σε διαμερίσματα μέσα στη νύχτα;» – όπως δυστυχώς ακούσαμε δημοσιογράφο να λέει σε τηλεοπτικό σταθμό. Πάνε να κατηγορηθούν ως «συνοδοί» -αυτό υποθέτω εννοούσε ο δικηγόρος του κατηγορούμενου λέγοντας την ακατανόητη φράση «επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι»- και απορείς πώς η έννοια του «συνοδού» ή της «πόρνης» αποτελεί από μόνο του κατηγορία ή στοιχείο εναντίον τους (χωρίς να υπάρχει βέβαια κανένα στοιχείο περί ενασχόλησης των θυμάτων με την πορνεία). Σαν να υπονοείται ότι αν μια πόρνη πέσει θύμα βιασμού, δεν μπορεί να το καταγγείλει επειδή είναι πόρνη. Η νοημοσύνη και η ψυχραιμία της κοινωνίας δοκιμάζονται και παραβιάζονται αυτές τις μέρες.

Εξ όσων γνωρίζω δεν είμαστε σε κοινωνία που δολοφονεί τους ομοφυλόφιλους, ούτε προτείνει τον λιθοβολισμό μιας πόρνης. Η ηθική έχει αλλάξει διάσταση και δεν εντοπίζεται στον άκρατο πουριτανισμό και τη δημιουργία «κακών» εντυπώσεων με μπαγιάτικες ρητορικές -αλήθεια, όλα αυτά δεν εμπίπτουν στον ρατσιστικό νόμο που ψηφίστηκε;-, αλλά στον αλληλοσεβασμό, στην ανοχή και ασφαλώς στην αναγνώριση του τεκμηρίου αθωότητας. Ολες οι γραμμές υπεράσπισης είναι θεμιτές, αρκεί να μην προσβάλλονται και να μη διασύρονται δημοσίως άτομα που έχουν ακόμα πολλά χρόνια μπροστά τους για την όποια ψυχική τους αποκατάσταση. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε ως κοινωνία να «τιμωρηθούν» εκ νέου για το τραύμα ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό τους – προσανατολισμό που εξ όσων αναφέρει ο δικηγόρος τού καταγγελλόμενου έχει και ο ίδιος ο εντολέας του. Απορίας άξιον λοιπόν με ποιον τρόπο στρέφεται κατά της ομοφυλοφιλίας υπερασπιζόμενος έναν ομοφυλόφιλο ή αμφιφυλόφιλο.

Αυτοί οι άνθρωποι, τα θύματα, μας χρειάζονται! Καλώ όλους τους συναδέλφους μου από τον καλλιτεχνικό χώρο να πάρουν θέση για τη βία και την κακοποίηση. Ας ενθαρρύνουμε τους ανθρώπους που μας χρειάζονται. Εύχομαι ο δημόσιος διάλογος να γίνεται με σεβασμό, να σταματήσει ο διασυρμός (είτε του θύματος είτε του θύτη), να σταθούμε δίπλα στα παιδιά που μας χρειάζονται και τρομοκρατούνται καθημερινά από δηλώσεις και κινήσεις-πυροτεχνήματα. Εύχομαι να μείνουμε μια ενωμένη γροθιά ενάντια σε οποιαδήποτε μορφή βίας. Εύχομαι τα κόμματα να σταματήσουν να μιλάνε για τις πολιτικές τους και να μιλήσουν για τα θύματα.

Αυτοί οι άνθρωποι μας χρειάζονται! Δεν είναι ώρα για σιωπή.

* Ο Νίκος Σ., που τυγχάνει να γνωρίζω προσωπικά, μου είπε κάποια στιγμή: «Οφειλα να μιλήσω. Δεν θα ήθελα να γεράσω και κοιτώντας προς τα πίσω να ξέρω ότι δεν τόλμησα».
** Τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές δημοσιοποιήθηκε το υπόμνημα του κ. Λιγνάδη, στο οποίο αναφέρει ότι: «Η υπόθεση είναι κατασκευασμένη από τους δικηγόρους του ΣΕΗ, από το ίδιο το σωματείο που φθονεί το υψηλό του έργο και από τον Σπύρο Μπιμπίλα που είναι μέτριος ηθοποιός»… Η αλαζονεία συνήθως συντρίβεται. Ουδέν άλλο σχόλιο.

Πηγή
Author:

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Σχετικα Αρθρα

Η δική μου αποτίμηση των χθεσινών εκλογών

Οι σχεδόν 215.000 πολίτες που συμμετείχαμε χτες στις εκλογές...

Μας ξαγρυπνά το όνειρο

Η ζωή μας είναι γεμάτη από όνειρα, όνειρα που...

Συλλήψεις υπουργών στον Νίγηρα, εκκενώνουν Γάλλοι και Ιταλοί

Ραγδαίες εξελίξεις μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στον Νίγηρα, που...

Απίστευτη αναλγησία από την μνημονιακότερη Κυβέρνηση …

Τους τελευταίους μήνες αυτή η υποταγμένη, μνημονιακότερη  κυβέρνηση των...